(Βλ. και Μελ. Χ. Γκούτου στο ΔΕΝ 2005, τεύχος 1453 σελ. 897 επ.)
Άρθρον 657. – Λόγοι κωλύσαντες τον εκμισθωτήν. - Ο εκμισθωτής διατηρεί την αξίωσιν αυτού επί τον μισθόν εάν μετά δεκαήμερον τουλάχιστον παροχήν εργασίας κωλύεται να εργασθή ένεκα σπουδαίου λόγου μη οφειλομένου εις υπαιτιότητα αυτού.
Ποσά καταβληθέντα εις τον εκμισθωτήν εξ αιτίας του κωλύματος δυνάμει υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως δικαιούται ο μισθωτής να εκπέση εκ του μισθού.
Άρθρον 658. - Ο χρόνος, δι’ ον κατά το προηγούμενον άρθρον υφισταμένου κωλύματος διατηρείται η επί τον μισθόν αξίωσις, δεν δύναται να υπερβή τον μήνα, εάν το κώλυμα επήλθεν εν τουλάχιστον έτος μετά την έναρξιν της συμβάσεως, τον ήμισυ δε μήνα εις πάσαν άλλην περίπτωσιν.Η δια το διάστημα τούτο αξίωσις υφίσταται και αν έτι, του κωλύματος παρέχοντος τοιούτο δικαίωμα, ο μισθωτής κατήγγειλε την μίσθωσιν.
Σημ.: «Εκμισθωτής» είναι ο μισθωτός και «μισθωτής», ο εργοδότης. «Κωλύω» σημαίνει «εμποδίζω».
Ι. 1. Κατά τα ανωτέρω άρθρα 657 και 658 του Αστικού Κωδικος, ο μισθωτός διατηρεί την αξίωσή του επί τον μισθό, εάν μετά από 10ημερη τουλάχιστον παροχή εργασίας κωλύεται να εργασθεί ένεκα σπουδαίου λόγου μη οφειλομένου σε υπαιτιότητά του. Στο 10ημερο διάστημα παροχής πραγματικής εργασίας υπολογίζεται και η 6η ημέρα της εβδομάδος επί 5θημέρου (βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2007 σελ. 192, Αλλ. 2009 σελ. 1104 και 2011 σελ. 986). Ο χρόνος για τον οποίο διατηρείται η αξίωση επί τον μισθό δεν μπορεί να υπερβή τον ένα μήνα εάν το κώλυμα επήλθε ένα τουλάχιστον έτος μετά από την έναρξη της συμβάσεως, τον ήμισυ δε μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση. Ο απασχολούμενος με διαλείπουσα απασχόληση δικαιούται όσα ημερομίσθια θα ελάμβανε αν εργαζόταν κατά το αντίστοιχο διάστημα (του μισού ή του ενός μηνός - βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2007 σελ. 1023 και Αλλ. ΔΕΝ 2011 σελ. 1085 και σελ. 1390). Κρίσιμος χρόνος για να εξευρεθή αν ο μισθωτός δικαιούται αποδοχές μισού ή ενός μηνός (δηλαδή αν δεν έχη ή αν έχη συμπληρώσει έτος υπηρεσίας) είναι το χρονικό σημείο εμφανίσεως του κωλύματος. Ο εργοδότης δικαιούται να αφαιρέση («εκπέση») από τον μισθό ποσά που κατεβλήθησαν στον μισθωτό εξ αιτίας του κωλύματος, δυνάμει υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως (βλ. κατωτ. υπό 3).
2. Μονον μία φορά κατά εργασιακό έτος υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλη στον απέχοντα λόγω ανυπαιτίου κωλύματος μισθωτό τις αποδοχές του ημίσεος μηνός (ή 13 ημερομισθίων) ή του ενός μηνός (ή 26 ημερομισθίων). Τις αποδοχές αυτές μπορεί να χορηγήση είτε ολόκληρες, όταν πρόκειται για ένα ανυπαίτιο κώλυμα που διήρκεσε για μεγάλο διάστημα, είτε σε μικρότερα ποσά όταν πρόκειται για περισσότερα κωλύματα που διαρκούν το καθένα για μικρό διάστημα. Ως εργασιακό έτος θεωρείται το έτος που αρχίζει από την ημερομηνία προσλήψεως του μισθωτού και φθάνει μέχρι την αντίστοιχη ημερομηνία του επομένου (ημερολογιακού) έτους (Βλ. ΔΕΝ 2013 σελ. 362)
Πάντως κατά τη νομολογία (ΑΠ 1012/72 - ΔΕΝ 1973 σελ. 129), για το ίδιο ανυπαίτιο κώλυμα ο μισθωτός δικαιούται μόνον μία φορά να πάρει τις αποδοχές των άρθρων 657 - 658, έστω και αν κατά τη διάρκεια της αποχής λόγω του κωλύματος ο μισθωτός εισέρχεται σε νέο εργασιακό έτος, μέσα στο οποίο συνεχίζεται η αποχή.
3. Από τις αποδοχές που οφείλει ο εργοδότης στο μισθωτό, δικαιούται να εκπέση (αφαιρέση) ολόκληρο το ποσόν που έλαβε η που εδικαιούτο να λάβη (βλ. και ΔΕΝ 2007 σελ. 1022 και Αλλ. ΔΕΝ 2009 σελ. 745) ο μισθωτός ως επίδομα από τον ασφαλιστικό του Οργανισμό για το ίδιο χρονικό διάστημα, δηλαδή τόσο εκείνο που αντιστοιχεί στις εργάσιμες, όσο και εκείνο που αντιστοιχεί στις μη εργάσιμες ημέρες του διαστήματος (ΑΠ 308/86 - ΔΕΝ 1986 σελ. 1029, που αναφέρεται σε περίπτωση ασθενείας).
4. Κατά την θεωρία και την Νομολογία των Δικαστηρίων, θεωρούνται ως ανυπαίτια κωλύματα, τα εξής:
● - Η Αιχμαλωσία του εργαζομένου (Πρωτ. Αθ. 2036/49).
- Η Ασθένεια (βλ. ΑΠ 542/10 - ΔΕΝ 2010 σελ. 1412, Εφ. Πειραιώς 917/96 - ΔΕΝ 1999 σελ. 199 και κατωτέρω).
- Το Ατύχημα, εργατικό ή μη, ο τραυματισμός, η αναπηρία (βλ. και ΑΠ 1767/85 - ΔΕΝ 1986 σελ. 977, Εφ. Πειρ. 917/96 - ΔΕΝ 1999 σελ. 199).
- Ο Γάμος του μισθωτού.
Ήδη με την από 9.6.93 ΕΓΣΣΕ, αρθρ. 6, έχει καθιερωθεί για όλους τους μισθωτούς, το δικαίωμα λήψεως αδείας γάμου μετ’ αποδοχών, 5 ημερών για όσους έχουν πενθήμερο και 6 ημερών για όσους έχουν 6ήμερο (ΕΓΣΣΕ 23.5.2000), δηλαδή και στις δύο περιπτώσεις μιας εβδομάδος (Αλλ. ΔΕΝ 2003 σελ. 1502). Διατάξεις περί αδείας γάμου περιλαμβάνουν και οι περισσότερες συλλογικές ρυθμίσεις (βλ. Ευρετήριον εις ΔΕΝ 2010, τεύχος 1563 σελ. Π115 επ.).
- Ο Γάμος τέκνου του μισθωτού.
- Η Γέννησις τέκνου του (άρρενος) μισθωτού. Ήδη με την από 9.6.93 ΕΓΣΣΕ (άρθρ. 6) - ΔΕΝ 1993 σελ. 635, όπως τροποποιήθηκε με την ΕΓΣΣΕ 23.5.2000 (ΔΕΝ 2000 σελ. 662) έχει καθιερωθή για τον πατέρα το δικαίωμα λήψεως δύο ημερών αδείας μετ’ αποδοχών για κάθε τέκνο που γεννάται. Η διάταξη ομιλεί περί γεννήσεως «κάθε τέκνου», είναι προφανές όμως ότι εννοεί «κάθε γέννηση». Δηλαδή, δύο ημέρες οφείλονται και στην περίπτωση γεννήσεως περισσοτέρων του ενός τέκνων (διδύμων κ.λπ.).
- Η άσκηση του εκλογικού δικαιώματος (Μον. Πρωτ. Αθ. 3060/75). Ήδη, από την εκάστοτε ισχύουσα εκλογική νομοθεσία προβλέπεται η δυνατότητα χορηγήσεως με Υπ. Απόφαση, ειδικής αδείας μετ’ αποδοχών για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος κατά τις Εθνικές εκλογές και τις Ευρωεκλογές, τόσο των εργαζομένων του Δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέως (βλ. π.χ. την ΥΑ 8203/12 - ΔΕΝ 2012 σελ. 630). Η άδεια εχορηγήθη για πρώτη φορά το 1985 με απόφαση του Υπ. Εργασίας κατ’ εξουσιοδότησιν του Ν. 1516/85 (βλ. ΔΕΝ 1985 σελ. 490 και 544). Οσον αφορά τις Δημοτικές Εκλογές, ο Ν. 3852/10 (ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ), στο άρθρο 11 προβλέπει επίσης την χορήγηση ειδικής αδείας εκλογών (βλ. την ΥΑ 20067/10 - ΔΕΝ 2010 σελ. 1398).
- Η επιστράτευσις, δηλαδή η κλήσις του μισθωτού υπό τα όπλα ως εφέδρου (βλ. και Πρ. Οδ. ΔΕΝ 2009 σελ. 1231 (1236). Όσον αφορά τη στράτευση του μισθωτού ως κληρωτού (αν θεωρήται ως ανυπαίτιο κώλυμα), διχάζονται οι γνώμες βλ. Πρωτ. Τρικ. 77/67 - ΔΕΝ 1968 σελ. 361 και Αβ. Καραλή εις ΔΕΝ 1983 σελ. 1065. Και η στρατιωτική μετεκπαίδευση του μισθωτού θεωρείται ως ανυπαίτιο κώλυμα ( Εφ. Δωδεκανήσου 225/05 - ΔΕΝ 2007 σελ. 308).
- Ο θάνατος ή η βαρεία ασθένεια στενωτάτου συγγενούς (Πρωτ. Πειρ. 230/55, βλ. και Εγγρ. 1015/95 Υπ. Εργ. ΔΕΝ 1996 σελ. 203).
Ήδη, στο άρθρο 9 της από 15.4.2002 ΕΓΣΣΕ (ΔΕΝ 2002 σελ. 600) - εκυρώθη με το άρθρο 12 του Ν. 3227/2004 - ΔΕΝ 2004 σελ. 436 (443) - προβλέπεται η χορήγηση αδείας 2 ημερών με αποδοχές σε περίπτωση θανάτου συζύγου, τέκνων, γονέων και αδελφών του μισθωτού.
Με την ΕΓΣΣΕ 15.7.10 ερμηνεύθηκε το ανωτέρω άρθρο 9. Συμφωνα με την ερμηνεία η άδεια των δύο ημερών χορηγείται και στούς εξ αγχιστείας συγγενείς, στην ίδια γραμμή και τον ίδιο βαθμο. Για την συγγένεια βλ. ΔΕΝ 2013 σελ. 1250.
- Η άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων (π.χ. Θεία Μετάληψις), εφόσον είναι απολύτως αναγκαίον να λάβη χώραν κατ εργάσιμον ημέραν.
- Η Λουτροθεραπεία (Ειρ. Αθ. 1010/72 - ΔΕΝ 1973 σελ. 269).
- Η κλήσις ως μάρτυρος η ως ενόρκου (άσκηση υποχρεωτικών εκ του νόμου καθηκόντων) βλ. και Εφ. Πειραιώς 917/96 - ΔΕΝ 1999 σελ. 199. Όχι και η παράστασις ως κατηγορουμένου, αφού κατά τεκμήριον, δεν πρόκειται περί ανυπαιτίου (αλλά περί υπαιτίου) κωλύματος, αν και προ της καταδίκης ουδείς είναι αποδεδειγμένως ένοχος.
- Η προφυλάκιση, εφ’ όσον ο μισθωτός δεν ευθύνεται δια τας υπονοίας και ενδείξεις δια τας οποίας διετάχθη, μη αρκούσης της αθωώσεώς του (Μον. Πρωτ. Αθ. 3219/74 - ΔΕΝ 31.148, ΑΠ 342/64 - ΔΕΝ 20.482).
- Η πυρκαϊά (βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2009 σελ. 1038).
- Ο σεισμός βλ. Αλλ. ΔΕΝ 1999 σελ. 1163.
- Πότε αποτελούν ανυπαίτιο κώλυμα οι συγκοινωνιακές δυσχέρειες βλ. ΔΕΝ 2011 σελ. 1303.
- Ο Τοκετός (κυοφορία, λοχεία). Οπως είναι γνωστό, για τον τοκετό παρέχεται άδεια 8 εβδομάδων πριν και 9 μετά (βλ. σχετ. ΔΕΝ 2012, τεύχος 1605 σελ. 864 επ.). Για το ζήτημα της ασθενείας οφειλομένης στην εγκυμοσύνη βλ. ΔΕΝ 2009 σελ. 1305. Βλ. και Έγγρ. Υπ. Εργ. και ΟΑΕΔ στο ΔΕΝ 2013 σελ. 440, 441.
- Οι Χιονοπτώσεις για μισθωτούς που δεν κατέστη δυνατόν να προσέλθουν στην εργασία τους (βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2008 σελ. 264, Εγγρ. σελ. 265).
Για όσους από τούς ανωτέρω σπουδαίους λόγους υπάρχει, ως προς την καταβολή αποδοχών, ειδική νομοθετική ρύθμιση (άδεια γάμου, γεννήσεως τέκνου, θανάτου, άδεια εκλογών) δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 657-658 ΑΚ, δηλαδή οι ημέρες απουσίας χορηγούνται επί πλέον του 1 η του 1/2 μηνός, ο δε μισθωτός δεν μπορεί να ζητήση και τις αποδοχές των άρθρων 657-658 ΑΚ (βλ. Αλληλ. ΔΕΝ 1998 σελ. 942 και 2007 σελ. 1183, για τις διάφορες άδειες δε, βλέπετε ΔΕΝ 2012 σελ. Π114 επ.). Πάντως, τυχόν ανάγκη, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αποχής από την εργασία επί περισσότερες, εν σχέσει προς τις προβλεπόμενες από την ειδική ρύθμιση, ημέρες, θα μπορούσε να αντιμετωπισθή με τις διατάξεις περί ανυπαιτίου κωλύματος.
5. Εν περιπτώσει αδυναμίας παροχής της εργασίας λόγω αφενός μεν υπάρξεως ανυπαιτίου κωλύματος (πλήρωσις προϋποθέσεων εφαρμογής άρθρων 657 και 658 ΑΚ) και αφ’ ετέρου λόγω υπερημερίας εργοδότου (πλήρωσις προϋποθέσεων εφαρμογής άρθρου 656 ΑΚ), κατά την γνώμη ιδίως των θεωρητικών, οφείλεται εκ των άρθρων 657 - 658 μισθός στον απέχοντα μισθωτό, ακόμη και αν η αδυναμία αποδοχής της εργασίας (υπερημερία) του εργοδότου οφείλεται σε ανωτέρα βία (βλ. σχετικές απόψεις της θεωρίας στην Μελ. Χ. Γκούτου - ΔΕΝ 2005, τεύχος 1453 σελ. 906 - 907. Επίσης βλ. την Ειρην. Χαλκίδος 146/09 - ΔΕΝ 2009 σελ. 700 και την Πολ. Πρωτ. Βόλου 130/08 - ΔΕΝ 2009 σελ. 697). Ειδικώς για την περίπτωση ανωτέρας βίας, όταν κατά το άρθρο 656 ΑΚ απαλλάσσεται ο εργοδότης από την υποχρέωση καταβολής μισθού, πρέπει βάσει των ανωτέρω να γίνει διάκριση μεταξύ αφ’ ενός μεν μισθωτών διατηρούντων το δικαίωμα λήψεως αποδοχών βάσει των αρθρ. 657 - 658 κατά το συγκεκριμένο εργασιακό έτος, και αφ’ ετέρου μη εχόντων το δικαίωμα αυτό λόγω μη συμπληρώσεως 10ημερου παροχής εργασίας η λόγω εξαντλήσεως του δικαιώματος αυτού λόγω άλλου ανυπαιτίου κωλύματος. Στην πρώτη περίπτωση ο εργοδότης οφείλει τις αποδοχές, ενώ στην δεύτερη απαλλάσσεται.
● ● Αντιθέτως δεν αποτελούν σπουδαίους λόγους: Οι συγκοινωνιακές δυσχέρειες, εκτός αν οφείλωνται σε εξαιρετικά περιστατικά ( Αλλ. ΔΕΝ 2011 σελ. 1303, Αλλ. 1991 σελ. 448), η φυλάκισις, η εμφάνιση του κατηγορουμένου στο δικαστήριο, η εξορία, η υπαίτιος ασθένεια. Επίσης δεν αποτελεί ανυπαίτιο κώλυμα η συμμετοχή μισθωτών ως εθελοντών στην προετοιμασία κ.λπ. των Ολυμπιακῶν Αγώνων (Βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2004, σελ. 1022).
Για το ανυπαίτιο κώλυμα βλ. και Μελέτη Διον. Δαλλαπόρτα εις ΔΕΝ 1981 σελ. 49. Επίσης βλ. Μελ. Καλ. Πολυζωγοπούλου εις ΔΕΝ 1982 σελ. 121 και Β. Ανδρέου ΔΕΝ 1976 σελ. 219.
ΙΙ. 1) Η ασθένεια του μισθωτού συνιστά ανυπαίτιο κώλυμα παροχής της εργασίας. Σχετική με τις υποχρεώσεις του εργοδότου απέναντι του μισθωτού σε περίπτωση μόνον ασθενείας είναι, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 657 και 658 του Αστ. Κωδικος και η διάταξη του άρθρου 5 του ΑΝ 178/67 που ορίζει ότι «εν περιπτώσει αποχής εκ της εργασίας του μισθωτού λόγω ασθενείας, δια το από της αναγγελίας της ανικανότητος μέχρι της ενάρξεως της επιδοτήσεως εκ μέρους του ΙΚΑ η ετέρου ασφαλιστικού Οργανισμού χρονικό διάστημα (1 έως 3 ημερών), ο εργοδότης υποχρεούται εις πληρωμήν μόνον του ημίσεος του ημερομισθίου η του αναλογούντος μισθού, αποκλειομένης της συμπληρώσεώς του εκ του οικείου ασφαλιστικού Οργανισμού». Πως γίνεται ο υπολογισμός όταν η ασθένεια συμπέση στο τέλος της εβδομάδος, βλ. Αλλ. ΔΕΝ 2008 σελ. 94.
Με τη διάταξη αυτή τροποποιήθηκαν σιωπηρώς οι διατάξεις των άρθρων 657 και 658 ΑΚ, αφού για το χρονικό διάστημα μέχρι τριών ημερών ασθενείας μη επιδοτουμένων από τον ασφαλιστικό Οργανισμό, οφείλονται πλέον 3 μισά και όχι 3 ολόκληρα ημερομίσθια από τον εργοδότη (σχετ. και Αλληλ. εις ΔΕΝ 1967 σελ. 974). Δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 658 αναφέρεται στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο μισθωτός δικαιούται του μισθού του και όχι στο ποσόν του μισθού (αριθμό ημερομισθίων κλπ.) του διαστήματος αυτού, το τριήμερο θεωρείται ως 3 ημέρες απουσίας, παρά το ότι ο μισθωτός, βάσει της ειδικής διατάξεως του ΑΝ 178/67, λαμβάνει από τον εργοδότη γι αυτό, συνολικώς 1,5 ημερομίσθιο.
Για την απόδειξη της ασθενείας, τα ιατρικά πιστοποιητικά έχουν το ίδιο κύρος και νομική ισχύ,ανεξαρτήτως από το αν εκδίδωνται από ιατρούς ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ ή ιδιώτες ιατρούς (βλ. ΔΕΝ 2006 σελ. 55 και 2009 σελ. 607).
2) Οπως συνάγεται από τις σχετικές παραπάνω διατάξεις, καθώς και από τη νομοθεσία που διέπει την λόγω ασθενείας επιδότηση από το ΙΚΑ (βλ. σχετ. Μελέτη Φ. Χατζηδημητρίου εις ΔΕΝ 1997, τεύχος 1260 σελ. 117 και ΔΕΝ 2012 σελ. 292), εν περιπτώσει απουσίας του μισθωτού λόγω ασθενείας, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει στον μισθωτό τις αποδοχές του συνολικά μέχρι ημίσεος η μέχρι ενός μηνός, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας του, κατά το χρονικό σημείο επελεύσεως του κωλύματος, κατά τις εξής διακρίσεις·
2α) Εάν η ασθένεια διήρκεσε μέχρι 3 ημέρες, οσαδήποτε και αν είναι τα τριήμερα ασθενείας του ημερολογιακού έτους, ο εργοδότης καταβάλλει το 1/2 του ημερησίου μισθού για κάθε μία από τις μέχρι 3 ημέρες απουσίας του μισθωτού. Το 1/2 υποχρεούται επίσης να καταβάλει και για τις 3 πρώτες ημέρες της πρώτης, κατά ημερολογιακό έτος, ασθενείας που διήρκεσε πέραν των 3 ημερών.
2β) Για τις υπόλοιπες ημέρες της πρώτης αυτής (πέραν των 3 ημερών) ασθενείας, καθώς και για όλες τις ημέρες κάθε επομένης ασθενείας του ιδίου ημερολογιακού έτους που διαρκεί όμως πέρα των τριών ημερών, ο εργοδότης καταβάλλει τις συνήθεις αποδοχές στο μισθωτό, αφαιρώντας ό,τι για το διάστημα της αποχής λόγω ασθενείας, έλαβε η εδικαιούτο να λάβει ο μισθωτός ως επίδομα ασθενείας από τον ασφαλιστικό του Οργανισμό, είτε αυτό αντιστοιχεί σε εργάσιμες, είτε αντιστοιχεί σε μη εργάσιμες ημέρες (βλ. ανωτέρω υπό Ι.3 - βλ. επίσης Μελ. Αβ. Καραλή εις ΔΕΝ 1983 σελ. 957).
Για τις εισφορές που οφείλει ο εργοδότης κατά την διάρκεια της ασθένειας βλ. την Εγκ. 68/1992 του ΙΚΑ στο ΔΕΝ 2012, τ. 1598 σελ. 292.
ΙΙΙ. 1. Για το προσωπικό του Δημοσίου - ΝΠΔΔ - ΟΤΑ επί σχέσει ιδ. δικαίου, που προσλαμβάνεται για την κάλυψη οργανικών θέσεων (Κεφ. Γ’ του Ν. 993/79) ισχύει το άρθρο 17 του ΠΔ 410/88 (ΔΕΝ 1988 σελ. 1088) με το οποίο κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο οι διατάξεις των άρθρων 19 του Ν. 993/79, 269 του Ν. 1188/81 και 23 παραγρ. 31 του Ν. 1735/87. Στο άρθρο αυτό ορίζεται ότι εν περιπτώσει κωλύματος οφειλομένου σε σπουδαίο λόγο, ο μισθωτός διατηρεί αξίωση για τις αποδοχές ενός μηνός η μισού μηνός για κάθε ημερολογιακό έτος, ανάλογα με το αν ο χρόνος υπηρεσίας του είναι ένα τουλάχιστον έτος η λιγότερο. Στη διάταξη δεν τίθεται ως προϋπόθεση δημιουργίας του δικαιώματος λήψεως αποδοχών, η παροχή εργασίας επί 10 τουλάχιστον ημέρες, όπως συμβαίνει με τον Αστικό Κωδικα.
Συμφωνα με την Ολομέλεια του Ελεγκτικοῦ Συνεδρίου (10η Συνεδρίαση της 17.3.82 - βλ. ΔΕΝ 1982 σελ. 829), δεν ισχύει για το προσωπικό του Δημοσίου - ΝΠΔΔ που προσλαμβάνεται προς πλήρωσιν οργανικών θέσεων, η διάταξη του άρθρου 5 του ΑΝ 178/67 περί τριημέρων ασθενείας, διότι η διάταξη αυτή θεωρείται ότι καταργήθηκε με το άρθρο 19 παράγρ. 2 του Ν. 993/79, εν συνδυασμώ προς το άρθρο 60 παράγρ. 2 του ιδίου νόμου που ορίζει ότι «πάσα ετέρα γενική η ειδική διάταξις, αντικειμένη εις τον παρόντα νόμον η αναγομένη εις θέματα ρυθμιζόμενα υπ αὐτού καταργείται». Ανάλογη διάταξη περιέχει και το ΠΔ 410/88 στο άρθρο 90 αυτού.
2. Αντιθέτως η διάταξη περί τριημέρων ασθενείας καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 657 - 658 ΑΚ (βλ. ανωτέρω υπό Ι, ΙΙ) ισχύουν για το λοιπό προσωπικό του Δημοσίου - ΝΠΔΔ των κεφαλαίων Β και Δ του Ν. 993/79, στα οποία δεν ρυθμίζεται το θέμα της αποχής λόγω ανυπαιτίου κωλύματος, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγρ. 2 του Ν. 993/79 που ορίζει ότι όπου εις τον παρόντα νόμον δεν ορίζεται άλλως, εφαρμόζονται συμπληρωματικώς αι περί συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας διατάξεις της Εργατικής Νομοθεσίας». Ανάλογη διάταξη περιέχει και το ΠΔ 410/88, στο άρθρο 89 αυτού.
3. Και στην περίπτωση των μισθωτών του Δημοσίου ΝΠΔΔ - ΟΤΑ, ο εργοδότης δικαιούται κατά το ΠΔ 410/88 να εκπέση από τις αποδοχές τις οποίες οφείλει να καταβάλη στο μισθωτό που απέχει λόγω ασθενείας η άλλου ανυπαιτίου κωλύματος, κάθε ποσόν που αυτός δικαιούται να λάβη κατά τη διάρκεια του κωλύματος, λόγω υποχρεωτικής εκ του νόμου ασφαλίσεως.
4. Πρέπει να επισημανθή ότι με το άρθρο 12 παρ. 6 του Ν. 3230/2004 (βλ. ΔΕΝ 2004 σελ. 748) ορίζεται ότι η διάταξη του άρθρου 54 του Ν. 2683/99 για την αναρρωτική άδεια των Δημοσίων υπαλλήλων (ήδη αρθρ. 54 του νέου Ν. 3528/07 - ΔΕΝ 2007 σελ. 351) εφαρμόζεται ανάλογα και στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδ. δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου - ΝΠΔΔ και ΟΤΑ (ΔΕΝ 1999 σελ. 309).
Όπως ορίζεται, οι άδειες στο προσωπικό αυτό, χορηγούνται ύστερα από γνωμάτευση της οικείας Υγειονομικῆς Επιτροπῆς σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 55 και 56 του Ν. 2683/99. (ήδη άρθρ. 55-56 του Ν. 3528/07)
Στην παρ. 7 του άρθρου 12 του Ν. 3230/04 ορίζεται ότι οι βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες χορηγούνται στο προσωπικό με σχέση ιδ. δικαίου αορίστου χρόνου, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 55 του Ν. 2683/99 (ήδη αρθρ. 55 Ν. 3528/07).
5. Ειδικά για το προσωπικό των ΟΤΑ, στον νέο Ν. 3584/07 (Κώδιξ Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων - ΔΕΝ 2008 σ 235 επ), γίνεται διάκριση μεταξύ προσωπικού ιδ. δικαίου αορίστου χρόνου (αρθρ. 174 επ.) το οποίο ακολουθεί την ρύθμιση του τακτικού προσωπικού, και προσωπικού ωρισμένου χρόνου (αρθρ. 214), για το οποίο προβλέπεται η εφαρμογή των διατάξεων της Εργατικῆς νομοθεσίας.